- οκταλοχία
- ὀκταλοχία, ἡ (Α)στρατιωτική δύναμη οκτώ λόχων.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + λόχος (πρβλ. δι-λοχία)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὀκταλοχία — ὀκταλοχίᾱ , ὀκταλοχία force of eight fem nom/voc/acc dual ὀκταλοχίᾱ , ὀκταλοχία force of eight fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οκτώ — και οχτώ, οι, τα (ΑΜ ὀκτώ, Α και βοιωτ. τ. ὀκτό και ηρακλεωτικός τ. hοκτώ και ηλειακός τ. ὀπτώ, οἱ, αἱ, τὰ) άκλ. απόλυτο αριθμητικό το οποίο εκφράζει την έννοια τής ποσότητας η οποία είναι κατά μία λιγότερη τών εννέα και κατά μία περισσότερη τών… … Dictionary of Greek